Του Μιχάλη Μακρόπουλου
Στην Επιστροφή του Τζόζεφ Κόνραντ, ο Άλβαν Χέρβεϋ επιστρέφει στη συζυγική του εστία και, μπαίνοντας στην ιματιοθήκη, πολλαπλασιάζεται καθρεφτισμένος στις πόρτες της γκαρνταρόμπας, και στον μεγάλο καθρέφτη της συζύγου του, σε «ένα σωρό καθωσπρέπει μιμητικά αντίγραφα, ντυμένα ακριβώς όπως αυτός. Είχαν τις δικές του συγκρατημένες χειρονομίες, κουνιόντουσαν όταν κουνιόταν, ακινητούσαν μαζί του και είχαν την παρουσία ζωής και αισθημάτων που, όπως φανταζόταν εκείνος, τιμούσαν και πρόβαλλαν τον οποιονδήποτε άντρα».
Να πώς βλέπει λοιπόν ο ίδιος τον εαυτό του: ως τον οποιονδήποτε καθωσπρέπει άντρα – είναι ο μεσοαστός Λονδρέζοςeveryman, ευυπόληπτος ανάμεσα στους ομοίους του. Όταν νωρίτερα έχει αποβιβαστεί από το τρένο του σ’ ένα σταθμό του Ουέστ Εντ και ανεβαίνει βιαστικός τα σκαλιά μες στο πλήθος, «ήταν σαν να φορούσαν σχεδόν όλοι στολή. Τα αδιάφορα πρόσωπα, αν και διαφέρανε μεταξύ τους, είχαν κάποια συγγένεια, λες και μια ομάδα αδελφών αποφάσισαν με σύνεση, αξιοπρέπεια, αηδία ή πρόβλεψη, να αγνοήσουν ο ένας τον άλλον». Άνθρωποι βιαστικοί σαν να «δραπετεύουν […] από κάτι ύποπτο και αθέατο, κάτι σαν την αλήθεια ή την πανούκλα», γράφει με ιδιοφυή ειρωνεία ο Κόνραντ για τη θέση που κατέχει η αλήθεια στη ζωή οποιουδήποτε απ’ αυτούς τους άντρες και, παρεμπιπτόντως, του Άλβαν Χέρβεϋ.
Έχει πέντε χρόνια παντρεμένος με την ανώνυμη, στην Επιστροφή, σύζυγό του (το «κορίτσι» απλώς, ή η «γυναίκα του»), που την πήρε για τα «θέλγητρά» της, γιατί ήταν «δυνατή και στητή σαν οβελίσκος, είχε όμορφο πρόσωπο, φωτεινό μέτωπο, άδολα μάτια και ούτε μια δική της σκέψη στο κεφάλι», και έκτοτε συμβίωναν έχοντας πλέον χάσει «τη δυνατότητα μιας πραγματικά στενής σχέσης.
Έχει πέντε χρόνια παντρεμένος με την ανώνυμη, στην Επιστροφή, σύζυγό του (το «κορίτσι» απλώς, ή η «γυναίκα του»), που την πήρε για τα «θέλγητρά» της, γιατί ήταν «δυνατή και στητή σαν οβελίσκος, είχε όμορφο πρόσωπο, φωτεινό μέτωπο, άδολα μάτια και ούτε μια δική της σκέψη στο κεφάλι», και έκτοτε συμβίωναν έχοντας πλέον χάσει «τη δυνατότητα μιας πραγματικά στενής σχέσης, που διαφέρει από εκείνη των δύο ζώων τα οποία τρέφονται στο ίδιο παχνί και μένουνε κάτω από την ίδια στέγη σ’ έναν πολυτελή στάβλο», σε ένα «θελκτικό περιβάλλον, ενδιαίτημα όλων των αρετών, όπου τίποτε δεν περνάει στη συνείδηση και όπου όλες οι χαρές ή οι λύπες επιμελημένα χαμηλώνουν τον τόνο τους και μετασχηματίζονται σε ευχαρίστηση ή ενόχληση».
Ωστόσο, όλη τούτη η ψευδαίσθηση, της καθωσπρέπει καλής ζωής, γκρεμίζεται όταν ο Άλβαν βρίσκει αφημένο πάνω στην τουαλέτα της συζύγου του ένα φάκελο μ’ ένα σημείωμα μέσα, όπου του λέει πως τον άφησε για έναν άλλον άντρα. Η οδυνηρή μάχη, όμως, που δίνει ο Άλβαν Χέρβεϋ μόνος κι έντρομος ανάμεσα στα είδωλά του στους καθρέφτες, δεν είναι για να βρει έστω και εκ των υστέρων μιαν αλήθεια στη θέση της γκρεμισμένης ψευδαίσθησης, αλλά για να αρπαχτεί απ’ ό,τι έχει χάσει. Έτσι, όταν συλλογιέται τη σύζυγό του πολεμώντας να ανακαλύψει την κρυφή λογική της πράξης της, τη σκέφτεται «σε κάθε της υπόσταση, εκτός από τη μόνη ουσιαστική. Τη σκέφτηκε σαν ένα καλοαναθρεμμένο κορίτσι, σαν σύζυγο, σαν άτομο καλλιεργημένο, σαν την αρχόντισσα του σπιτιού, σαν κυρία, αλλά δεν τη σκέφτηκε απλώς σαν γυναίκα». Δεν του λείπει η ίδια αλλά οι ρόλοι της, και ό,τι τον συνθλίβει είναι η εικόνα που οι άλλοι θα έχουν πλέον γι’ αυτόν. Όλος, μέχρι τώρα, ήταν ένα προσεχτικά καμωμένο κοινωνικό κέλυφος που, για να υπάρχει, εκείνη του ήταν απαραίτητη. Ενώ τώρα «έπαψε να αποτελεί μέλος μιας κοινωνίας, μέλος με θέση, σταδιοδρομία και όνομα προσαρμοσμένο σαν ενδεικτική ετικέτα κάποιας περίπλοκης σύνθεσης».
Μα η φυγή της ήταν μόνο μισό βήμα προς την άπιαστη ελευθερία. Επιστρέφει –μετανιωμένη;– πριν από την ώρα του μεσημεριανού γεύματος, κι ο Άλβαν σκέφτεται πως δε χρειάζεται να καταλάβει κανένας τίποτε, ούτε οι υπηρέτριες ούτε κανείς άλλος. Μονάχα που ο ίδιος, πλέον, ξέρει, και ξεκινά μια διελκυστίνδα ανάμεσα στο αντρόγυνο, καθώς σπαράσσονται παλεύοντας να πείσουν τους εαυτούς τους για το αυτονόητο, πως πράγματι αγαπήθηκαν· μάταια, γιατί τούτη η γνώση μπορεί να υπάρξει μονάχα ως κάτι που, αν και γνώσιμο, παραμένει κρυφό, ενώ γίνεται σκόνη όταν δάχτυλα προσπαθούν να το πιάσουν για να βεβαιωθούν πως είναι χειροπιαστό.
Σε όλη την Επιστροφή, εντούτοις, η γυναίκα παραμένει ένα αίνιγμα, με κίνητρα και βλέψεις που είναι άγνωστα σαν το αφανέρωτο όνομά της, μα ο Άλβαν Χέρβεϋ φτάνει τελικά πέρα κι από το τωρινό τρομαχτικό κενό της ζωής του, ως την αλήθεια, που δεν του αφήνει παρά μόνο μία λύση.
Ο Κόνραντ στην Επιστροφή γράφει μ’ ολάνοιχτους τους κρουνούς της φαντασίας του, με πυκνές συνειρμικές μεταφορές, και χάρη στις ποιητικές του εικόνες το μικρό του δράμα δωματίου αποχτά κοσμικές διαστάσεις. Συνέλαβε την ιστορία του μετά από ένα γεύμα στο Λονδίνο, το Φεβρουάριο 1897, με τον Χένρι Τζέιμς, όταν ο ίδιος ήταν τριάντα εννέα χρονών κι ο Τζέιμς πενήντα τριών· και, με την υποδειγματική της σχέση ύφους και δομής, και την αίσθηση πνιχτού υπαρξιακού τρόμου που αποπνέει, η Επιστροφή θα μπορούσε πράγματι να είχε γραφτεί από το συγγραφέα του Θηρίου στη ζούγκλα, τηςΕικόνας στο χαλί, της Χρυσής κούπας. Η συγγραφή της τον παίδεψε πέντε μήνες, μετά δε δέχτηκε κανένα περιοδικό να τη δημοσιεύσει, και τελικά εκδόθηκε το 1898 στη συλλογή Tales of Unrest. «Ως επί το πλείστον συνίσταται από σωματικές εντυπώσεις», έγραφε ο Κόνραντ για την Επιστροφή στον πρόλογο της συλλογής του· «εντυπώσεις ήχων και εικόνων… που ’χουν, θαρρείς, μιαν αυτονομία και συνδυάζονται με μιαν εξιδανικευμένη περιγραφή μιας θελκτικής μεσοαστικής κατοικίας, που μολαταύτα καταφέρνει να γεννά μια δυσοίωνη αίσθηση».
Όντως, αφού ο Άλβαν Χέρβεϋ έχει βρει το σημείωμα της συζύγου του, έχεις την εντύπωση πως όλες οι ανέσεις στη ζωή του, αυτές που ως τότε την έντυναν και της προσέδιδαν νόημα και κύρος, τώρα συνωμοτούν ώστε να «απομείνει απλώς μια ανθρώπινη ύπαρξη, στερημένη από τον μαγευτικό κόσμο των ημικυκλικών δρόμων και πλατειών· μόνος, γυμνός και τρομαγμένος σαν τον πρωτόπλαστο την πρώτη μέρα της αμαρτίας».
* Ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
πηγη
Γνωρίστε τις επιχειρήσεις της περιοχή σας....... κάντε έξυπνες αγορές
Με ένα κλίκ στις κάρτες τους
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου