Για το μυθιστόρημα του Leo Perutz, Ο Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας (μτφρ. Ρόζα Ιωαννίδου, εκδ. Κίχλη).
πηγη
Του Μιχάλη Μακρόπουλου
Ο Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας (1923) του Λέο Πέρουτς είναι
βιβλίο που κρατάει κλειστά τα χαρτιά του και τα ανοίγει ένα ένα με σχέδιο, για
να προκαλέσει κάθε φορά έναν μελετημένο αιφνιδιασμό στον αναγνώστη, που
καλείται να συμμετέχει ενεργά, σάμπως σε κάθε σκηνή να ’ναι ένας αόρατος
καλεσμένος που πρέπει να καταλάβει, ν’ αποκρυπτογραφήσει, να κρίνει, και να
δεχτεί ή να απορρίψει.
Ο Μπόρχες είχε συμπεριλάβει το βιβλίο στη σειρά των κλασικών
αστυνομικών μυθιστορημάτων (και σ’ αυτή την κατηγορία το συμπεριέλαβαν, επίσης,
ο Ζήγκφρηντ Κρακάουερ κι ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, αν κι ο ίδιος ο Πέρουτς δήλωσε:
«Δεν έγραψα ποτέ αστυνομικό μυθιστόρημα»). Όταν το μυθιστόρημα επανεκδόθηκε από
τον οίκο Zsolnay το 1975, ήταν ένα από τα πέντε που περιελήφθησαν στη σειρά
«Μυθιστορήματα του φανταστικού». Τι ’ναι λοιπόν τούτος ο Μαιτρ; Πρώτιστα είναι
ένας αινιγματικός μηχανισμός, ένα παιχνίδι – όχι ένας μηχανισμός μ’ αθέατα
γρανάζια, αλλά ένας που τα γρανάζια του είναι έτσι παράξενα βαλμένα το ένα σε
σχέση με τ’ άλλο, που η κίνησή τους σε σαστίζει.
Ο Μπόρχες είχε συμπεριλάβει το βιβλίο στη σειρά των κλασικών
αστυνομικών μυθιστορημάτων (και σ’ αυτή την κατηγορία το συμπεριέλαβαν, επίσης,
ο Ζήγκφρηντ Κρακάουερ κι ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, αν κι ο ίδιος ο Πέρουτς δήλωσε:
«Δεν έγραψα ποτέ αστυνομικό μυθιστόρημα»).
Ο αναξιόπιστος αφηγητής της ιστορίας βαρόνος φον Γιος, ο
ηθοποιός Ευγένιος Μπίσοφ, ο δόκτωρ Γκόρσκι, ο μηχανικός Βάλντεμαρ Σόλγκρουπ, η
Ντίνα –σύζυγος του Μπίσοφ και πρώην αγαπημένη του Γιος– κι ο αδελφός της ο
Φέλιξ, συναντιόνται στην αρχή της ιστορίας στην έπαυλη του ηθοποιού για μια
μουσική βραδιά. Κάποια στιγμή, συζητούν για την αινιγματική διαδοχική
αυτοκτονία –ή μήπως επρόκειτο για έγκλημα;– δύο αδελφών, που ο πρώτος ήταν
ζωγράφος κι ο δεύτερος, ένας αξιωματικός του Ναυτικού, προσπάθησε κάνοντας
ακριβώς ό,τι έκανε ο αδελφός του να καταλάβει τι τον οδήγησε μέχρις εκεί, ώσπου
στο τέλος είχε την τύχη του. Μα, την ίδια τραγική τύχη έχει το ίδιο κιόλας
βράδυ ο Μπίσοφ, κι ο μηχανικός αναλαμβάνει χρέη Σέρλοκ Χολμς, μ’ όλα τα
απαραίτητα νοητικά άλματα, τις αιφνιδιαστικές αποκαλύψεις, τα τραβήγματα του
χαλιού κάτω από τα πόδια του αναγνώστη, τον αριστοτεχνικό τρόπο που στα
καλύτερα βιβλία του είδους τα συμπεράσματα ισορροπούν σε τεντωμένο σχοινί δίχως
ποτέ να γκρεμίζονται.
Αν και η δράση στο μυθιστόρημα είναι σε εσωτερικούς χώρους,
διάσπαρτες σκηνές στις σελίδες του δίνουν, με τη μορφή ταμπλό βιβάν, εικόνες
από τη Βιέννη εκείνης της εποχής. Κύριο ρόλο στη «λοξή», παραμορφωμένη αφήγηση
του βαρόνου παίζουν τα όνειρα, συχνά όχι εν υπνώσει αλλά στον ξύπνο. «Δεν
θυμάμαι πόση ώρα έμεινα στον κήπο. Ίσως πολύ. Ίσως ακουμπούσα στον κορμό ενός
δέντρου και ονειρευόμουν», λέει κάπου, και αλλού: «Κούνησα το κεφάλι μου και
μου ήρθε να χαμογελάσω που, ονειρευόμενος στον ξύπνιο μου, είχα δει στο πρόσωπο
του αγαθού γερο-υπηρέτη του σπιτιού… τον σκοτεινό φύλακα των νερών της Στυγός»
– και ως κι ο χώρος παραμορφώνεται: «Δεν ξέρω πώς έγινε, αλλά αντί για τον
κήπο, βρέθηκα μέσα σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο». Ώσπου κάποια στιγμή, αφού έχει
διηγηθεί μια σειρά από συμβάντα με την αυθεντία του αυτόπτη μάρτυρα και του
πρωτοπρόσωπου αφηγητή, φτάνει να ομολογήσει: «Μέσα και γύρω μου όλα είχαν
αλλάξει, ανήκα πάλι στην πραγματικότητα» – μισοαναιρώντας έτσι όσα έχει πει
μέχρι τότε. Αν και δηλώνει αθώος, παρά τις κατηγορίες του Φένιξ ότι αυτός ευθύνεται
για το θάνατο του Μπίσοφ, ενοχές τον κατατρύχουν («Όλη η πόλη έδειχνε ζωηρό
ενδιαφέρον για το περιστατικό, όλη η πόλη με γνώριζε και αναγνώριζε στο πρόσωπό
μου τον δολοφόνο»). Και στην ιστορία (και την επεξηγηματική «ιστορία μέσα στην
ιστορία», στο τέλος) οι κάθε λογής παραισθήσεις έχουν την τιμητική τους.
«Ένα αίσθημα ηρεμίας με διαπέρασε, όλα όσα είχαν συμβεί μου
φαίνονταν τώρα εξωπραγματικά, χωρίς οντότητα, ένα θέατρο σκιών πάνω στον τοίχο.
Ήμουν ακόμα ξύπνιος, αλλά αισθανόμουν το ελαφρύ χάδι του ύπνου. Άκουγα
ασυνάρτητες λέξεις, δίχως νόημα, προάγγελους ενός επερχόμενου ονείρου. “Ακόμα
βρέχει”, είπε μια φωνή κι ύστερα προστέθηκαν κι άλλες φωνές. Πετάχτηκα πάνω,
ήμουν μόνος. Μια μύγα πέταξε στο δωμάτιο βουίζοντας. Κάτω στον δρόμο περνούσε
ένας άνδρας, χτυπώντας με το μπαστούνι του μια, δυο, τρεις φορές το καλντερίμι.
Το άκουσα καθαρά, αλλά την ίδια στιγμή μου φάνηκε σαν να σφυροκοπούσε κάπου
μακριά ένας δρυοκολάπτης. Δάση από έλατα θρόιζαν, ένα δροσερό αεράκι μου
χάιδεψε το πρόσωπο, από μακριά ακούστηκε η φωνή ενός πουλιού, προσπάθησα άλλη
μια φορά ν’ ανοίξω τα μάτια μου, κι ύστερα τέλειωσε αυτή η μέρα».
Όλη η δομή της ιστορίας, στον Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας,
είναι σαν εικόνα σ’ αντικριστούς παραμορφωτικούς καθρέφτες. Δηλώνεται με έναν
τρόπο πως εντέλει πρόκειται εν μέρει για μια επινοημένη αφήγηση, μια
«κατασκευή», και ένα δεύτερο «βιβλίο μέσα στο βιβλίο» κρύβει τη λύση στο
αίνιγμα των πέντε αυτοκτονιών ή φόνων.
Όλη η δομή της ιστορίας, στον Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας,
είναι σαν εικόνα σ’ αντικριστούς παραμορφωτικούς καθρέφτες. Δηλώνεται με έναν
τρόπο (μέσα στον τελικό «Επίλογο του εκδότη», που αποτελεί μέρος αναπόσπαστο
του μυθιστορήματος) πως εντέλει πρόκειται εν μέρει για μια επινοημένη αφήγηση,
μια «κατασκευή», και ένα δεύτερο «βιβλίο μέσα στο βιβλίο» κρύβει τη λύση στο
αίνιγμα των πέντε αυτοκτονιών ή φόνων (προστίθενται άλλοι δύο – του μηχανικού
και της Λεοπολντίνε Τάιχμαν, υπαλλήλου σε φαρμακείο). Φυσικά, κάθε ιστορία
είναι κατασκευασμένη, μια επινόηση, μα κύριο μέλημα ενός συγγραφέα συνήθως
είναι η άρση της δυσπιστίας, αυτό που οι Εγγλέζοι αποκαλούν suspension of
disbelief· μια αληθοφάνεια, έστω και κατ’ επίφασιν, που θα πείσει τον αναγνώστη
πως συμβαίνει πράγματι ό,τι διαβάζει. Απεναντίας, ο Πέρουτς δε στοχεύει στην άρση
της δυσπιστίας, μα στην επίτασή της. Είναι ένας ταχυδακτυλουργός που θαμπώνει
το κοινό του όχι κρύβοντας τα τεχνάσματά του, μα φανερώνοντάς τα με τρόπο
αναπάντεχο – και εσύ ο αναγνώστης τα θαυμάζεις όχι γιατί μοιάζουν αληθινά (κι
ας ξέρεις πως δεν είναι), αλλά ακριβώς γιατί ’ναι τεχνάσματα (μα όχι με τον
τρόπο που περίμενες να είναι).
Ωστόσο, αν και μπορεί κανείς να πει πολλά για το βιβλίο, και
να το φορτώσει με εικασίες και θεωρίες, ο Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας δεν
παύει τελικά να είναι, πάνω απ’ όλα, μια πρώτης τάξεως ψυχαγωγία. Και σε τούτην
την ψυχαγωγία έρχεται να προστεθεί η απόλαυση που προσφέρει η έκδοση, εξαίρετη
από κάθε άποψη (μετάφραση, επίμετρο, παράρτημα σχολιασμένων εικόνων).
* Η φωτογραφία στο κέντρο προέρχεται από το φωτογραφικό παράρτημα
του βιβλίου: Βιέννη, καλοκαίρι 1938. Εβραίοι πολίτες περιμένουν στη σειρά,
προκειμένου να πάρουν νόμιμη άδεια μετανάστευσης από τη χώρα.
* Ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
Ο Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας
Leo Perutz
Μτφρ. Ρόζα Ιωαννίδου
Κίχλη 2016
Σελ. 274, τιμή εκδότη €14,00
Γνωρίστε τις επιχειρήσεις της περιοχή σας....... κάντε έξυπνες αγορές
Με ένα κλίκ στις κάρτες τους
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου